Open menu

 

Παλούμπα Μαρία, μαθήτρια της Α’ Λυκείου

Πρόλογος

 

Η ΘΡΥΛΙΚΗ ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ!

Ο Στέλιος Καζαντζίδης ανήκει στους σημαντικότερους τραγουδιστές του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού και ερμηνευτικά θεωρείται ο θεμελιωτής του. Επίσης τραγούδησε τον πόνο, τους έρωτες και τα βάσανα ενός ολόκληρου λαού που τον αγάπησε και τον «θεοποίησε». Η παρουσία του στον χώρο του λαϊκού πενταγράμμου συνδέεται άρρηκτα με τα προβλήματα του ελληνικού λαού την περίοδο που προσπαθούσε να συνέλθει από τον πόλεμο και παράλληλα να βρει το κουράγιο να συνεχίσει παρακάτω. Με μοναδικό αλλά πανίσχυρο όπλο την ουράνια φωνή του, ο Στέλιος Καζαντζίδης, που τα έζησε όλα αυτά σαν πιτσιρικάς, τραγούδησε τα βάσανα της φτωχολογιάς και της ξενιτιάς. Και κάπως έτσι το όνομά του έγινε θρύλος!

 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου 1931 στη Νέα Ιωνία και πέθανε στις 14 Σεπτεμβρίου 200I. Κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης καριέρας του, τραγούδησε δημιουργίες μεγάλων συνθετών (Άκης Πάνου, Απόστολος Καλδάρας, Μανώλης Χιώτης, Μίκης Θεοδωράκης Θοδωρής Δερβενιώτης, Χρήστος Νικολόπουλος, Γιάννης Παπαίωάννου, Γιώργος Ζαμπέτας κα) και στιχουργών (Κώστας Βίρβος, Δημήτρης Χριστοδούλου, Λευτέρης Παπαδόπουλος Πυθαγόρας κα.).

Ο πατέρας του Χαράλαμπος, χτίστης στο επάγγελμα και μέλος της Εθνικής Τροφοδότης Ανταρτών (ΕΤΑ), δολοφονείται το 1945. Ο Καζαντζίδης αναγκάζεται να κάνει πολλές δουλειές για να βγάλει το μεροκάματο. Δουλεύει σε εργοστάσια, υφαντουργία, πουλάει τσιγάρα και κρύο νερό σε κεντρικά σημεία της πρωτεύουσας.

Ο πρώτος άνθρωπος που εκτίμησε την φωνή του ήταν κάποιο αφεντικό του, που καθώς τον άκουσε την ώρα της δουλειάς του χάρισε μια κιθάρα. Δάσκαλος του Καζαντζίδη υπήρξε ο Στέλιος Χρυσίνης ένας τυφλός συνθέτης. Στα 1952, Καζαντζίδης κάνει το δισκογραφικό ντεμπούτο του με ένα τραγούδι του Αποστόλου Καλδάρα. Τ ο τραγούδι αυτό έφερε τον τίτλο «Για μπάνιο πάω».Ήταν ένα τραγούδι γραμμένο για τον καύσωνα που επικρατούσε εκείνο το καλοκαίρι στην πρωτεύουσα. Ο δίσκος δεν πούλησε και η καριέρα του Στέλιου Καζαντζίδη θα έσβηνε πριν καλά αρχίσει. Αυτός που αντιλήφθηκε τις δυνατότητες της φωνής του ήταν ο συνθέτης Γιάννης Παπαίωάννου. Το τραγούδι του Οι βαλίτσεςγίνεται μεγάλη επιτυχία και το φαινόμενο Καζαντζίδης αρχίζει να παίρνει σάρκα και οστά.

Τον Οκτώβρη του 1965, Καζαντζίδης, Μαρινέλλα και ο Μανώλης Αγγελόπουλος προετοιμάζουν συναυλίες, που τελικά δε θα πραγματοποιηθούν, αφού λίγους μήνες αργότερα ο Καζαντζίδης πήρε τη μεγάλη απόφαση να σταματήσει τις ζωντανές εμφανίσεις σε κέντρα. Αιτία είναι η αποστροφή του για την κατάσταση που επικρατούσε στανυχτερινά κέντρα. Χαρακτηριστικά η Μαρινέλλα αναφέρει πως μόνον στο μαγαζί που ο Καζαντζίδης δούλευε απαγορευόταν (από τον ίδιο φυσικά) οι τραγουδίστριες να κάθονταιστα τραπέζια των εύρωστων οικονομικά πελατών.

Ο Καζαντζίδης με τη Μαρινέλλα και τον ποδοσφαιριστή Μίμη Παπαίωάννoυ φτάνουν στη Γερμανία για συναυλίες. Η υποδοχή που τους επιφυλάσσουν οι ομογενείς είναι συγκινητική. Μαζί τους ο νεαρός –τότε ­δεξιοτέχνης του μπουζουκιού Χρήστος Κολοκοτρώνης (μουσική και στίχους αντίστοιχα) δημιουργούν του ύμνο της ΑΕΚ που ερμήνευσε ο Παπαίωάννoυ: «Νικήστε, νικήστε».

Είχε προηγηθεί στα 1959 δικαστική διαμάχη του Καζαντζίδη με την δισκογραφική εταιρεία COLUMBΙΑ, με αφορμή τις, μεγάλου μεγέθους, πωλήσεις του τραγουδιού «Μαντουμπάλα» πωλήσεις ρεκόρ, που την εποχή εκείνη αγγίξανε τις 100.000. Στην άλλη όψη του ίδιου δίσκου, περιλαμβάνεται το «Δυο πέτρες έχει η ζωή», σε μουσική του ίδιου του Καζαντζίδη. Παρά τις χωρίς προηγούμενο πωλήσεις και τη στιγμή που η εταιρεία έβγαζε εκατομμύρια από το συγκεκριμένο δισκάκι, ο ίδιος ο τραγουδιστής πήρε λιγότερες από 1000 δραχμές. Αυτό συνέβη καθώς οι τραγουδιστές τότε πληρώνονταν ένα εφάπαξ ποσό για τον κάθε δίσκο και δεν λάμβαναν ποσοστά από τις πωλήσεις. Στον Καζαντζίδη χρωστάνε πολλά οι σύγχρονοι τραγουδιστές αφού πρώτος αυτός διεκδίκησε για τον κλάδο του ποσοστά και η προσπάθεια του είχε θετικό αποτέλεσμα.

Στα 1969 αποφασίζει να αποσυρθεί για περίπου 2 χρόνια από την δισκογραφία. Τότε είναι που κάνει και την προσπάθεια να δημιουργήσει τη δική του εταιρεία, την "STANDAR" αλλά τα κατεστημένα συμφέροντα και η λογοκρισία στα χρόνια της Χούντας των Συνταγματαρχών δεν τον αφήνουν. Στα τέλη του1975 έρχεται ο δίσκος «Υπάρχω». Χρήστος Νικολόπουλος και Πυθαγόρας υπογράφουν την αποχώρηση του Στέλιου από τη δισκογραφία για δώδεκα χρόνια. Επιστρέφει το 1987 με το δίσκο «ο δρόμος της επιστροφής» Ακολουθεί ο δίσκος «Ελεύθερος» στην Polygram.Ot δίσκοι του γίνονται χρυσοί και πλατινένιοι κάνοντας ρεκόρ πωλήσεων.

Παιδί που ζούσε όλες αυτές τις εμπειρίες ο Στέλιος, ζυμωμένος με το λαϊκό στοιχείο, με όπλο την ουράνια φωνή του, βγήκε με την κιθάρα του να τραγουδήσει τα βάσανα και τους καημούς της φτωχογειτονιάς, που ήταν και δικά του βάσανα. Ορφάνεψε πολύ μικρός από πατέρα. Οι δυσκολίες της ζωής τον έφεραν αντιμέτωπο με τη σκληρή καθημερινή πραγματικότητα. Κουβαλούσε βαλίτσες από την Ομόνοια σε σταθμούς λεωφορίων και τρένων. Πουλούσε νερό με το μαστραπά και το κύπελλο στην κεντρική αγορά της Αθήνας. Τις νύχτες κοιμόταν σε παγκάκια της Ομονοίας για να μην ξοδέψει το χαρτζιλίκι που μάζευε και να το πάει τα Σαββατοκύριακα στη μάνα του στη Νέα Ιωνία, για να αγοράσουν γάλα για το μικρότερό αδερφό του.

Αργότερα, ο Στέλιος έκανε ακόμη πιο σκληρότερες δουλείες. Κουβάλησε τόνους ολόκληρους ασβέστη και τσιμέντο με το πηλοφόρι στις οικοδομές της Ιωνίας και της Φιλαδέλφειας. Ο Γολγοθάς που σφράγισε τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του Καζαντζίδη τελείωσε στο υφαντουργείο «Έσπερος» στον Περισσό, όπου άλλαξε πορεία και μπήκε στο λαϊκό τραγούδι. Στην αρχή στο λαϊκό πάλκο και λίγο μετά στο στούντιο. Αλλά και στην καινούργια του δουλεία τα πράγματα δεν ήταν τόσο εύκολα. Πέρασε δύσκολες στιγμές. Ένας διαρκής, υποχθόνιος αλλά και φανερός πόλεμος από «φίλους» και αντιπάλους ανταγωνιστές.

Οι πέντε τελευταίες δεκαετίες που πέρασαν είναι στενά δεμένες με τη φωνή και τα τραγούδια του.

Η μεγάλη αρχή από το 1950. Η νεανική φωνή του Στέλιου «σπάει» τα τζάμια των λουτρών του «Έσπερου» και απλώνεται στη Νέα Ιωνία. Ο Μάνθος, υπάλληλος της αεροπορίας, τον «απήγαγε» από το πτωχόσπιτo της οδού Αλαείας και τον εγκατέστησε ως βασικό τραγουδιστή στην ταβέρνα του Βουτσά στην Καλογρέζα. Πρώτη επαγγελματική εμφάνιση για το Στέλιο, στου Μποκάρη στην Κηφισιά, το 1950.

Τον Ιούνιο του 1952 με το τραγούδι του Κλαδάρα «Για μπάνιο πας» ήταν ο πρώτος του δίσκος και η πρώτη απογοήτευση. Ο δίσκος δεν πούλησε. Μεγάλη επιτυχία είχε το δεύτερο τραγούδι του «Οι βαλίτσες» του Γιάννη Παπαϊωάννου. Σε γνωστά κέντρα πλέον όπως «θείος», «Μπερτζέλετος», «Ροσινιόλ», είχε σειρά επιτυχιών και συνεχή άνοδο με τις εμφανίσεις του. Ως το καλοκαίρι του 1957 γνωριμία, αρραβώνας και συνεργασία υπήρξε με την Καίτη Γκρέυ. Το σουξέ της εποχής ήταν το «Απόψε φίλα με» του Χ ιώτη.

Η οκταετία 1957-1965 έφερε τον Στέλιο Καζαντζίδη στο απόγειο της δόξας και του μεγαλείου του. Στα λαϊκά κέντρα όπου εμφανιζόταν και τραγουδούσε για ολόκληρες σεζόν, όλα σχεδόν τα τραπέζια ήταν ρεζερβέ, ενώ ουρές από εκατοντάδες άτομα σχηματίζονταν τις νύχτες στις εισόδους των μαγαζιών. Στο θερινό κέντρο του «Κουλουριώτη», στην παραλία Μοσχάτου, οι θαυμαστές του Στέλιου σκαρφάλωναν στους τοίχους ώρες ολόκληρες και έβλεπαν όλο το πρόγραμμα την ώρα που τραγουδούσαν ο Καζαντζίδης, η Μαρινέλλα και οι συνεργάτες τους.

Μέσα από αφηγήσεις φίλων του και από μαρτυρίες παλιών λαϊκών δημιουργών κάποιοι «νονοί της νύχτας», στις αρχές της δεκαετίας 1960, απείλησαν ανοιχτά και καθαρά τη ζωή του Καζαντζίδη, ο οποίος, λόγω χαρακτήρα, είχε πλέον αντιληφθεί και έλεγε ότι η νύχτα δεν του πάει καθόλου και σε πολύ νέα ηλικία έπρεπε να εγκαταλείψει αυτά τα κέντρα, πράγμα που έκανε το 1965. Και αυτή την απόφασή του ο Στέλιος τη χαρακτήρισε στάση ζωής.

Ο Στέλιος Καζαντζίδης και η Μαρινέλλα παντρεύονται τον Μάϊο του 1964 και χωρίζουν το1966. Στα τέλη του 1965 ο Καζαντζίδης εγκαταλείπει για πάντα τις δημόσιες εμφανίσεις. Ο Στέλιος επέμεινε σε αυτήν την απόφασή του, παρά τις δελεαστικές προτάσεις που του γίνονταν συνεχώς επί 32 χρόνια. Δέκα χρόνια μετά την οριστική αποχώρησή του από τα κέντρα και τη νύχτα, νέες συμπληγάδες ορθώνονται από κυκλώματα για το Στέλιο

Καζαντζίδη, που επικοινωνεί πλέον με το κοινό μόνο με δίσκους. Aλλά και αυτή η επικοινωνία καταργείται. Δεν κυκλοφορεί δίσκους για δώδεκα χρόνια. Και μάλιστα, σε μία περίοδο όπου ο Καζαντζίδης ήταν στην πιο ώριμη στιγμή της μεγάλης πορείας του στο λαϊκό τραγούδι.

Το 1987 ο Στέλιος ξανατραγουδούσε. Άρχισε να ηχογραφεί δίσκους. Από τότε τραγουδούσε μόνο στο στούντιο. Η φωνή του, όσο περνούσαν τα χρόνια, ήταν πιο καθαρή, πιο δυνατή. Είναι εντελώς διαφορετικό να ακούς τη φωνή του Καζαντζίδη από τον βακελιτή ή το βινύλιο κι άλλο πράγμα να το απολαμβάνεις να τραγουδά με κιθάρα στη συντροφιά του, με μπουζούκι μέσα στο αυτοκίνητό του ύστερα από κρασοκατάνυξη ή να τραγουδά χωρίς όργανα, μέσα στη βάρκα του, στο ψάρεμα κάποιο θολό ηλιοβασίλεμα, στον Άγιο Κωνσταντίνο, ανοιχτά του Βόρειου Ευβοϊκού. Να τραγουδά και ο βοριάς να παίρνει αυτή τη θεϊκή φωνή και να την βάζει στον ουρανό: «Απ' τα πέρατα του κόσμου και ως την άκρια της γης, φτάνει ο πόνος ο δικός μου, που δεν ένιωσε κανείς».

Μέρες και νύχτες κοντά στον Στέλιο Καζαντζίδη, από τον Ιούλιο του 1963 μέχρι σήμερα, τις τελευταίες του στιγμές. Κάπου 38 ολόκληρα χρόνια. Μέσα από αυτή τη γνωριμία, τη μακρά και αδιάσειστη φιλία και από μία διακριτική συμπεριφορά βγήκαν 56 (!) συνεντεύξεις και κάποιες δεκάδες κασέτες, μέσα από τις οποίες ζωντανεύουν οι πιο δυνατές έως συγκλονιστικές του Καζαντζίδη για την πολυτάραχη ζωή του και για το αυθεντικό λαϊκό τραγούδι, για το οποίο θα λέγαμε ότι γεννήθηκε μαζί του, και πέθανε μαζί του σήμερα, πενήντα χρόνια μετά (2001).

Ο απλός λόγος του Στέλιου Καζαντζίδη ήταν αυτός που συγκινούσε στις αφηγήσεις του, που κατά καιρούς κατέγραφα σε αυτά τα 38 χρόνια κι άλλοτε μετέφερα σε εφημερίδες, περιοδικά και ραδιόφωνα. Και αναμφισβήτητα μέσα από αυτά τα απλά λόγια αναδύονται τα γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή και την πορεία του ως τραγουδιστή αλλά και ως μουσικού, δηλαδή έτσι όπως τον άκουσε και τον ένιωσε, τον έζησε ένας λαός ή καλύτερα «ένας δικός του κόσμος», που μέσα από αυτά τα τραγούδια τον λάτρεψε και θα τον λατρεύει αιωνίως. Τα πρώτα χρόνια του Στέλιου Καζαντζίδη στη ζωή και στο τραγούδι ήταν σκληρά και δύσκολα:

 

Τα τραγούδια της μητέρας

«Η μητέρα μου είχε πολύ όμορφη φωνή. Στις καλές της στιγμές, με έπαιρνε στα γόνατά της και μου τραγουδούσε. Μου τραγουδούσε τα νοσταλγικά μακρόσυρτα τραγούδια της πατρίδας της, της Μικρασίας. . .Και καθώς τ' αγαπούσα όλα. της μητέρας μου, αγάπησα και το τραγούδι που ήταν νανούρισμα, ήταν χάδι, ήταν η έκφραση της χαράς ή του πόνου, στους δικούς μου... Μάθαινα τα τραγούδια και τα τραγουδούσα. .. Η φωνή μου άρεσε στους δικούς μου, όπως άρεσε στους ξένους που μ' άκουγαν. Θυμάμαι όn ο πατέρας μου, όταν γύριζε από τη δουλειά του, αφού πλενόταν, καθότανε στο μπαλκόνι να ξεκουραστεί, με τον καφέ ή το ούζο δίπλα του.

- Έλα Στελάκι, αγόρι μου, μου φώναζε, έλα να μου πεις κανένα τραγούδι ν' ανοίξει η ψυχή μου!

Κι εγώ, όπου κι αν βρισκόμουν έτρεχα κοντά του. Ποτέ δεν αρνήθηκα να τραγουδήσω για τον πατέρα μου. Ήταν οι πιο γλυκές στιγμές της οικογενειακής μας ζωής. Αξέχαστες. Εγώ τραγουδούσα, ο πατέρας μου ρουφούσε το τσιγαράκι του χαμoγελαστός κι η μάνα μου από την κουζίνα ετοίμαζε το φαγητό και συνόδευε σιγανά το δικό μου τραγούδι. . .Εκείνη καμάρωνε τη φωνή μου και εγώ τη δικιά της...

Έτσι πέρασαν μερικά χρόνια ευτυχισμένης οικογενειακής ζωής, κι ήτανε πόλεμος, κι ήτανε Κατοχή...».

Μετά την Κατοχή και την απελευθέρωση άρχισαν τα πολύ δύσκολα, που συνέπεσαν με το πέρασμα του Καζαντζίδη από την εφηβεία στο πάλκο του λαϊκού τραγουδιού. Στιγμές άσχημες, γεμάτες αγωνίες, βάσανα, πόνο, δάκρυα. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, οικοδόμου Χαράλαμπου Καζαντζίδη, έκανε ό,n δουλειά του έδινε κάποιο χαρτζιλίκι, για να το πάει στη μάνα του και να μεγαλώσουν το μικρότερο αδερφό του Στάθη.

Ο δεύτερος και τελευταίος γάμος του Στέλιου 'ήταν με τη Βάσω Κολοβού τον Απρίλιο του 1982. Ο Στέλιος ζει μέχρι το τέλος της ζωής του στο σπίτι τους, στον Άγιο Κωνσταντίνο. Το 1987, δώδεκα χρόνια μετά την τελευταία ηχογράφηση, ο λαϊκός βάρδος ξαναμπαίνει στο στούντιο και γράφει τον τελευταίο του δίσκο στη Minos, ο οποίος είχε τίτλο «ο δρόμος της επιστροφής» και πουλάει 200.000 αντίτυπα. Ακολουθεί το άλμπουμ του «Ελεύθερος» στην εταιρία Polygram, που τον αφιερώνει στην μητέρα του Γεσθημανή, στην οποία είχε μεγάλη αδυναμία. Τελευταίο τραγούδι που ερμηνεύει λίγους μήνες πριν εισαχθεί στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών με καρκίνωμα στον εγκέφαλο είναι το «Έρχονται χρόνια δύσκολα» και τον δίσκο αυτόν που ήταν και το κύκνειο άσμα του καλλιτέχνη, τον προλογίζει ο ίδιος απευθύνοντας χαιρετισμό στους θαυμαστές του. Ο Στέλιος Καζαντζίδης χάνει τη μάχη με τη μάχη με την επάρατη νόσο και «φεύγει» για τη γειτονιά των αγγέλων σε ηλικία εβδομήντα ετών.

 

Θα σου χαρίσω μία κιθάρα!

Στο υφαντουργείο «Έσπερος» στον Περισσό όπου δούλευε, στα διαλείμματα τραγουδούσε. Και η φωνή του διαπερνούσε από τότε τις μεγάλες αίθουσες και τους διαδρόμους του εργοστασίου. Ένα απόγευμα τον περίμενε μια έκπληξη, που αποτέλεσε την αφετηρία της καριέρας του. Τον κάλεσε ξαφνικά ο διευθυντής του «Έσπερου».

Ο Στέλιος Καζαντζίδης δίνει πολύ παραστατικά αυτή τη συνάντηση και τη συνομιλία που είχε μαζί του:

«Σαστισμένος από την καλοσυνάτη υποδοχή, κάθισα και περίμενα ν' ακούσω τι θα έβγαινε από το χαμόγελο του αφεντικού. Μου λέει,

- Εσύ ήσουν που τραγουδούσες πριν λίγο στα ντους;

- Εγώ... μήπως, δεν έπρεπε;

Με ρώτησε πως με λένε και με κοίταζε πάντα με χαμόγελο.

- Καζαντζίδης Στυλιανός.

- Είσαι καιρό εδώ;

- Ναι... δυο χρόνια κοντά... Βοηθός μηχανικού.

Κούνησε το κεφάλι του.

- Δηλαδή, τι άλλο; δεν καταλαβαίνω...

Χαμογέλασα για να μη φανεί ο εκνευρισμός μου. Εκείνος ήταν φανερό πως διασκέδαζε με το χαμένο μου ύφος, και συνέχισε:

- Να.. .Να γίνεις τραγουδιστής! Είμαι άνθρωπος που καταλαβαίνω από τραγούδι και θα σου πω κάτι που θέλω να το προσέξεις. Έχεις εξαιρετική φωνή, Στέλιο, και σε συμβουλεύω να σπουδάσεις τραγούδι. Σ' άκουσα και γι' αυτό κατέβηκα. Γυρίζω όλα τα κέντρα, ακούω πολλές φωνές, γιατί μ' αρέσει το τραγούδι, και σου λέω ότι η φωνή σαν την δικιά σου είναι σπάνια! Λοιπόν, άκουσε τη συμβουλή μου, μην αφήνεις το χάρισμα αυτό να πάει χαμένο. Σπούδασε τραγούδι! Καζαντζίδη, άκουσέ με. Μια μέρα όλη η Ελλάδα θα μιλά για εσένα, για τη φωνή σου. Αύριο θα σου χαρίσω μια κιθάρα!»

 

Το φινάλε του Στέλιου Καζαντζίδη στα 70

Έπειτα από 161 οδυνηρά μερόνυχτα πάλης με τον καρκίνο, ο Στέλιος Καζαντζίδης υπέκυψε χθες (14-09-2001) στις 10:53 το πρωί, στο 918 δωμάτιο του Ιατρικού Κέντρου Αθηνών. Δούκας και Χρήστου, η σύζυγός του Βάσω, ο αδερφός του Στάθης, η νύφη του Γιννα, η φίλη του Βούλα Καταμπά, η αδερφή της Βάσως, Γεωργία, ο παλιός του φίλος Σάββας Σαββίδης, ο Κώστας Καταμπάς και ο Θοδωρής, που έμεναν μερόνυχτα άγρυπνοι έξω από την πόρτα του δωματίου. Ο Καζαντζίδης μπήκε στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών στις 6 Απριλίου όταν είχε διαπιστώσει ότι ήδη ο καρκίνος τον είχε καταλάβει. Λίγες μέρες αργότερα μεταφέρθηκε στο Όφενμπαχ της Γερμανίας για ραδιοθεραπεία και περί τα μέσα Μαϊου, όταν επέστρεψε, έμεινε στο σπίτι του. Στο Ιατρικό Κέντρο μεταφέρθηκε στις 4 Ιουνίου. Τον περίμεναν άσχημες μέρες και νύχτες.

Τελευταίο τραγούδι που ερμήνευε αυτούς τους λίγους μήνες πρίν εισαχθεί στο Ιατρικο Κέντρο Αθηνών είναι το «'Έρχονται χρόνια δύσκολα» και το δίσκο αυτό, που ήταν το κύκνειο άσμα του καλλιτέχνη, τον προλογίζει απευθύνοντας χαιρετισμό στους θαυμαστές του. Υπάρχω και θα υπάρχω...

Η σορός του Καζαντζίδη βρίσκεται για προσκύνημα από χθες στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Ελευσίνας, όπου σήμερα στις 5 μ.μ. θα ψάλει η νεκρώσιμη ακολουθία. Η ταφή θα γίνει στο Νεκροταφείο της Ελευσίνας, πλάι στον τάφο της μητέρας του Γεθσημανής, όπως το επιθυμούσε ο ίδιος.

 

Σημαντικότερα έργα και τραγούδια

Στα χρόνια που ο αείμνηστος τραγουδιστής Στέλιος Καζαντζίδης ασχολήθηκε με το τραγούδι είχε πολλές επιτυχίες. Μερικά από τα σημαντικότερα τραγούδια του είναι:


Οι Βαλίτσες

Η Μαντουβάλα

Υπάρχω

Ο Δρόμος της επισrρoφής

Ελεύθερος

Έρχονται χρόνια δύσκολα

Ο Θείος

Ο Μπερντζέλετος

Ροσινιόλ

Απόψε φίλα με


Επιτυχίες που τραγούδησε

 

1959 Η Κυρία Δήμαρχος

1961 Μάνα μου παραστράτησα

1962 Κλάψε φτωχή μου καρδιά

(Φεύγω με πίκρα στα ξένα)

1965 Η πρoδoμένη

1965 Δεν μπορούν να μας χωρίσουν

1965 Η τιμωρία (Να Φύγω - να φύγω)

1965 Οι καταφρονεμένοι

1965 Αφήστε με να ζήσω

1965 Οι Αδίστακτοι. (Ποιος δρόμος)

1966 Η αχάριστη

1967 Η ώρα της δικαιοσύνης

1967 Τα ψίχουλα του κόσμου

1967 Ο Γερovτoκόρης

1967 Σαπίλα και Αριστοκρατία

Άδικη Κατάρα

1968 Ο γίγας της κυψέλης

1968 Οι άνδρες δεν λυγίζουν ποτέ