Open menu
Μάνος Χατζιδάκις
Μια ζωή, μια ιστορία…
Πέμπτη, 14 Απριλίου 2005, ώρα 8.30΄ μ.μ. στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.

«Το τραγούδι είναι μια μαγική στιγμή κι εγώ ένας πανηγυριώτης μάγος, εκπρόσωπός σας, που θα φωτίσω τις κρυφές και αθέατες γωνιές σας, θα σας εκπλήξω, θα σας γεμίσω ερωτήματα και μελωδίες… δεν είναι το τραγούδι μου απλοϊκό και ευχάριστο, δεν κολακεύει τις συνήθειές σας ούτε και διασκεδάζει την αμηχανία σας… είναι μια μυστική πηγή, μια στάση πρέπουσα και ηθική απέναντι στα ψεύδη του καιρού μας, μια μελωδία απρόσμενη που γίνεται δική σας, δεμένη αδιάσπαστα με άφθαρτες λέξεις ποιητικές και ξαναγεννημένες. Και μην ξεχάσετε. Σαν φύγετε από δω, δεν σας ανήκει παρά μονάχα το αίσθημα, η σκέψη και τα ερωτήματα, που όλο το βράδυ σας μετέδωσα μεσ’ από τη μουσική μου. Σε μένα απομένει το τραγούδι, η μαγική στιγμή μου, που είναι μια εξαίσια απάντηση, αρκεί να με ρωτήσετε. Ρωτήστε με, λοιπόν. Κι ύστερα σας παρακαλώ, σωπάστε! Γιατί θα τραγουδήσω!».
Μάνος Χατζιδάκις, από το βιβλίο του «ο καθρέφτης και το μαχαίρι»
 
Σήμερα, 10 χρόνια και κάτι από το θάνατό του, δε θα αναλύσουμε το έργο του Μάνου Χατζιδάκι, ούτε θα μιλήσουμε με επιστημονικούς όρους για τη μουσική του. Απλά, θα τον αφήσουμε να τραγουδήσει. Άλλωστε, αυτή είναι η ψυχή του γνήσιου Έλληνα, του Μεγάλου Ερωτικού. Η απλότητα, η σαφήνεια, το βάθος, η τόλμη, ο ερωτισμός, το όνειρο, η σιωπή, η έμπνευση!
Ο Μάνος Χατζιδάκις, γιος του Γεωργίου Χατζιδάκι από το Ρέθυμνο και της Αλίκης Αρβανιτίδου από την Ανδριανούπολη, γεννήθηκε στις 23 οκτωβρίου 1925 στην Ξάνθη, όπου και άρχισε τα πρώτα μαθήματα πιάνου. Σε ηλικία 7 ετών εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα, όπου συνεχίζει τα μαθήματα μουσικής με καθηγητή το Μενέλαο Παλλάντιο, σημαντική μορφή της Ελληνικής Εθνικής μουσικής Σχολής. Παράλληλα σπούδαζε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ γαλουχείτο από καλλιτέχνες και διανοούμενους της γενιάς του μεσοπολέμου (Σεφέρης, Ελύτης, Σικελιανός, Γκάτσος).
Από το 1945 συνεργαζόμενος κυρίως με το Εθνικό Θέατρο και το Θέατρο τέχνης έγραφε μουσική για πολλές αρχαίες τραγωδίες και κωμωδίες καθώς και για έργα σύγχρονου ρεπερτορίου.
  • Ο Ματωμένος Γάμος του Φρεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, πρωτοπαρουσιάστηκε στην Ελλάδα το 1948, από το «Θέατρο Τέχνης». Η μετάφραση ήταν του Ν. Γκάτσου, η σκηνοθεσία του Καρόλου Κουν, τα σκηνικά και τα κοστούμια του Γιάννη Τσαρούχη, η μουσική και τα τραγούδια του Μ. Χατζιδάκι. Στους κύριους ρόλους η Βάσω Μεταξά (Μάνα), η Έλλη Λαμπέτη (νύφη), ο Βασίλης Διαμαντόπουλος (Λεονάρδο), ο Δημήτρης Χατζημάρκος (γιος).
Μέχρι σήμερα η μουσική του Μ. Χατζιδάκι ακούστηκε σε πολλές παραστάσεις του Ματωμένου Γάμου, το 1970 από το θίασο Μινωτή – Παξινού, το 1980 από το Εθνικό Θέατρο κ.τ.λ. Πρώτη ηχογράφηση του Ματωμένου Γάμου γίνεται τον Οκτώβριο του 1965 με τον Λάκη Παππά να ερμηνεύει «Τώρα νυφούλα μου χρυσή», «Ήσουν καμάρι της αυγής», «Γύρνα φτερωτή του Μύλου», «Κουβάρι- κουβαράκι».
  • 1948 «Λεωφορείον ο Πόθος» του Τένεσσι Ουϊλλιαμς με το γνωστό και μοναδικό «Χάρτινο το φεγγαράκι» σε στίχους Ν. Γκάτσου.
  • 1957 «Ο κύκλος με την κιμωλία» του Μπέρτολντ Μπρεχτ, όπου ξεχωρίζουν το «Τέσσερις Στρατηγοί», και «Ανάγκη να σε πάρω εγώ» σε στίχους Οδ. Ελύτη.
  • 1961 «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» του Λουϊντζι Πιραντέλλο. Εδώ ακούγονται «Ο Ταχυδρόμος» και το «Φέρτε μου ένα μαντολίνο» σε στίχους Μ. Χατζιδάκι.
  • 1965 «Παραμύθι χωρίς όνομα» του Ιάκωβου Καμπανέλλη.
«Παραμύθι χωρίς όνομα»
Ακούστε την πραγματική ιστορία από τον ίδιο το Χατζιδάκι: «Το 1959 για να κερδίσω 8.000 δρχ. έγραψα 9 τραγούδια για ένα θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, το «παραμύθι χωρίς όνομα». Πήρα τις 4.000 δρχ. μα τις υπόλοιπες, όσες φορές κι αν πήγα, δεν τις έλαβα ποτέ, μια και το θέατρο δεν έβγαλε ούτε τα έξοδά του εκείνη τη χρονιά. Κι έτσι αποφάσισα να τις ξεχάσω, και τις ξέχασα. Όμως μαζί ξέχασα και το έργο και την παράσταση και τα τραγούδια που είχα γράψει. Θυμάμαι πως η μουσική παιζότανε στο θέατρο από μια κιθάρα, ένα σαντούρι και μία φωνή. Κιθάρα ήτανε να παίξει ο Μηλιαρέσης, που όμως την τελευταία στιγμή έστειλε ένα μαθητή του, το Λάκη Παππά. Με τη θαμπή και αισθαντική φωνή του κέρδιζε το ψωμί του, τραγουδώντας σε μικρά ταβερνάκια τις μελωδίες του παραμυθιού. Το 1963 λοιπόν θέλησα να ολοκληρώσω αυτό τον κύκλο κι άρχισα να ενορχηστρώνω και να ηχογραφώ, πρώτα το μέρος της ορχήστρας, μα φάνηκε πως ούτε ο Παππάς, ούτε εγώ ήμασταν ώριμοι για να υπογράψουμε τελειωτικά την ιστορία του παραμυθιού. Ίσαμε που ήρθε ο Οκτώβρης του 1965. 8 χρόνια περάσανε από τότε που έγραψα 9 τραγούδια για να κερδίσω 8.000 δρχ. Μα η ιστορία τελείωσε καλά. Μόνο το παραμύθι έμεινε οριστικά χωρίς όνομα».
Το «Παραμύθι χωρίς όνομα» είναι μια θεατρική απόδοση του ομώνυμου έργου της Πηνελόπης Δέλτα. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από το «Νέο Θέατρο» τον Οκτώβρη έως το Δεκέμβρη του 1959, σε σκηνοθεσία του Βασίλη Διαμαντόπουλου, σκηνικά – κοστούμια του Γιώργου Βακαλό. Πρωταγωνιστούσαν ο Γιάννης Μιχαλόπουλος, Μαρία Γιαννακοπούλου, Πέτρος Φυσσούν, Ξένια Καλογεροπούλου κ.α. Τα τραγούδια της παράστασης είναι τα «Ναύτη, γερο ναύτη», «Ο Έκτορας και η Ανδρομάχη», «Στην ποταμιά σωπαίνει το κανόνι».
Από το 1950 έως το 1959 γράφει τη μουσική για αρχαίες τραγωδίες και κωμωδίες: Αγαμέμνων, Χοηφόρες, Μήδεια, Εκκλησιάζουσες, Λυσιστράτη, Κύκλωπας, Όρνιθες κτλ. Από τη Λυσιστράτη του Αριστοφάνη (1957) ξεχωρίζει το «Ένα Μύθο θα σας πω» σε πρώτη εκτέλεση της Νάνας Μούσχουρη.
Το πρώτο του έργο για πιάνο γράφει το 1948, ένα μικρό αριστούργημα στη νεότερη πιανιστική μας φιλολογία, τη σουϊτα «Για μια μικρή Λευκή Αχιβάδα». Είναι πρελούδια και χοροί με νέα στοιχεία από το ρεμπέτικο και σε δημοτικό μοτίβο.
Με την περίφημη διάλεξή του για το ρεμπέτικο, το 1949 τραγούδι παράνομο τότε, που εξέφραζε τα λαϊκά στρώματα, ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στη συντηρητική Ελληνική αστική κοινωνία. Συγχρόνως όμως αναμόρφωσε όλο το ελληνικό τραγούδι, δρομολογώντας  το σε νέους μουσικούς ορίζοντες. Η σαγήνη και ο θαυμασμός που προκαλούν έξι από τα ρεμπέτικα τραγούδια του Ελληνικού ανθολογίου μεταγράφονται για δύο πιάνα από τον Μ. Χατζιδάκι, με τίτλο «Έξι λαϊκές ζωγραφιές».
Το 1951 ιδρύεται το Ελληνικό Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου, του οποίου ο Μ. Χατζιδάκις υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος και καλλιτεχνικός διευθυντής και παρουσιάζει τα μπαλέτα του: Το «καταραμένο φίδι» (για 2 πιάνα και 2 αντρικές φωνές) και την «Ερημιά» (1958) με χαρακτηριστικό τραγούδι το «Κάθε τρελό παιδί».

Μουσική για ελληνικές και ξένες ταινίες
Παράλληλα με το θέατρο από το 1946 ο Χατζιδάκις συνέθεσε μουσική για πολλές ελληνικές και ξένες ταινίες:
  • Στέλλα (1955) του Μιχάλη Κακογιάννη με πρωταγωνιστές τη Μελίνα Μερκούρη και το Γιώργο Φούντα. Ακούγονται τα γνωστά τραγούδια «Το φεγγάρι είναι κόκκινο», «Εφτά τραγούδια θα σου πω», και «Αγάπη που ’γινες δίκοπο μαχαίρι».
  • Δράκος (1956) του Νίκου Κούνδουρου. Κι εδώ χαρακτηριστική η ερμηνεία της Μελίνας Μερκούρη στο τραγούδι «Ιλισσός».
  • America- America (1962) του Ηλία Καζάν. Ακούμε το «Μια Παναγιά» και «Τ’ αστέρι του Βοριά» σε στίχους Ν. Γκάτσου.
  • Sweet Movie (1974) του Dusan Makavejiev. Από τις ωραιότερες μελωδίες του φιλμ: «Τα παιδιά κάτω στον κάμπο».
  • Ποτέ την Κυριακή (1960) του Ζυλ Ντασέν. Ταινία σταθμός, μιας και κερδίζει το βραβείο Oskar για το τραγούδι «Τα παιδιά του Πειραιά» που ερμήνευσε η Μελίνα Μερκούρη.
  • «Ελλάς, η χώρα των ονείρων» (1960)
  • 1965 Μυθολογία: 12 λαϊκές μπαλάντες του Ν. Γκάτσου που μελοποίησε ο Χατζιδάκις και ερμήνευσε ο Γιώργος Ρωμανός. Ξεχωρίζουν το «Τρεις κοπέλες απ’ τη Θήβα», «Αερικό», «Ο Ιρλανδός και ο Ιουδαίος».

Ποτέ την Κυριακή (1960) του Ζυλ Ντασέν

Ο ίδιος ο Ζυλ Ντασέν θυμάται τον Μάνο και λέει χαρακτηριστικά: Μου άρεσε η μουσική του πριν τον γνωρίσω. Όταν τον συνάντησα, ήμουν σίγουρος ότι αυτός έπρεπε να γράψει τη μουσική για το «Ποτέ την Κυριακή». Του διάβασα το σενάριο μαζί με τη Μελίνα. «Θα το κάνω», είπε μετά. Καιρό αργότερα τον ρώτησα τι ήταν εκείνο που του είχε αρέσει περισσότερο στο σενάριο, τι τον ενέπνευσε. «Μου άρεσε, αλλά με πήρε ο ύπνος την ώρα που το διάβαζες», μου είχε απαντήσει γελώντας. Πολλά χρόνια μετά, μου έδιναν ένα βραβείο και ο Μάνος θα μιλούσε για μένα. Αργότερα με ρώτησε αν μου άρεσε η ομιλία του. «Δεν ξέρω», του απάντησα «με πήρε ο ύπνος». 
Θυμάμαι έντονα πως ηχογραφήσαμε το «Ποτέ την Κυριακή». Ήρθαν ένας - ένας οι μουσικοί στο στούντιο και πήραν τις θέσεις τους. Περιμέναμε το Μάνο και ρώτησα που είναι οι παρτιτούρες. Με κοιτάξανε περίεργα. «Δεν υπάρχουν», απάντησαν. Έφτασε ο Μάνος και μου είπε να μην ανησυχώ. Έβγαλε σημειώσεις που είχε κρατήσει σε πακέτα από τσιγάρα και σε μικρά χαρτάκια, έκατσε στο πιάνο και άρχισε να παίζει. Δεν του άρεσε, το άλλαξε, το άλλαξε κι άλλο, και στο τέλος βρήκε αυτό που τον ικανοποιούσε. Το επανέλαβε, και ένας – ένας οι μουσικοί άρχισαν να μπαίνουν. Ήταν μια ευχάριστη συντροφιά και μια πολύ απλή διαδικασία.

«Ελλάς, η χώρα των ονείρων»


Την ίδια χρονιά ο Χατζιδάκις έγραψε τη μουσική για μια Γερμανική ταινία – ντοκυμαντέρ με τίτλο «Ελλάς, η χώρα των ονείρων». Από κει ξεπηδούν τρία πολυαγαπημένα τραγούδια σε στίχους του συνθέτη και του Ν. Γκάτσου και πρώτη εκτέλεση από τη Νάνα Μούσχουρη: «Αθήνα», «Το πέλαγο είναι βαθύ», «Τώρα που πας στην ξενιτιά».
1962 Είναι η χρονιά που ο Χατζιδάκις ανεβάζει στο θέατρο «Μετροπόλιταν» το μουσικό έργο «Οδός Ονείρων» βασισμένο σε κείμενα του ίδιου και του Αλέξη Σολωμού και σε στίχους των δύο και του Ν. Γκάτσου. Η καταπληκτική αυτή παράσταση σε μορφή επιθεώρησης απογειώνει το γερασμένο και άρρωστο αυτό θεατρικό είδος από το χαμηλό επίπεδο στο οποίο βρίσκεται, σε ύψη που ακόμη και σήμερα δεν έχουν ξεπεραστεί, αποκαλύπτοντας άλλη μια φορά την ικανότητα και την προσήλωση του Χατζιδάκι για την ποιότητα που επιδιώκει. Τα τραγούδια της παράστασης «Οδός ονείρων», «Η μαύρη Φορντ», «Οι αδελφοί Τατά», το πανέμορφο «Έφυγε το τρένο», «Το πουλί» και «Ο ηθοποιός» με την ανεπανάληπτη ερμηνεία του Δημήτρη Χορν. Πρωταγωνιστούν επίσης: Ρένα Βλαχοπούλου, Γιώργος Κωνσταντίνου, Μάρω Κοντού, Ζωή Φυτούση, Νίκη Λεμπέση κ.α.

Μάνος Χατζιδάκις & Νάνα Μούσχουρη

«Ο Μάνος ήταν ένα μεγάλο πνεύμα, λέει η Νάνα Μούσχουρη. Είχε έμπνευση και φοβερό ταλέντο. Ήταν αυθόρμητος και λάτρευε τη ζωή. Αγαπούσε την απλότητα. Ήταν ένας «εστέτ». Όταν γνωριστήκαμε, μου ζήτησε να πω κάποια τραγούδια του. Με κάλεσε στο σπίτι του στο Παγκράτι, όπου η μητέρα του Αλίκη μαγείρευε τέλεια, αλλά έφτιαχνε και πολύ ωραίο καφέ, στον οποίο έβαζε πάντα μία λεπτή φλούδα λεμονιού που του έδινε ιδιαίτερη γεύση. Συνήθως, πήγαινα σπίτι του κατά τις 2 το μεσημέρι, όταν ξυπνούσε, γιατί δεν κοιμόταν ποτέ πριν τις 5-6 το πρωί. Καθόταν στο πιάνο με τσιγάρο και καφέ κι άρχιζε να μου παίζει νότες. Πάνω στις νότες έβαζε λόγια. Κάπως έτσι έγραψε τα «Παιδιά του Πειραιά». Ήθελε οι λέξεις να ηχούν σε απόλυτη αρμονία με τις νότες. Για να τραγουδήσεις τον πόνο, ήθελε να πονέσεις. την έμπνευση τη σεβόταν πολύ. Μπορεί να φεύγαμε κατά τις 5 το πρωί από του «Φλόκα», ο Γκάτσος με πήγαινε με ταξί σπίτι και μετά συνέχιζε για το δικό του και μόλις έφτανα, μου τηλεφωνούσε ο Μάνος και μου έλεγε «Πάρε ταξί και έλα σπίτι». Μια φορά, την εποχή που γράφαμε στο στούντιο το δίσκο «Ελλάς η χώρα των ονείρων», το’60, τον πήγα σπίτι του κατά τις 5-6 το πρωί, ήταν πολύ κουρασμένος και τον άφησα έξω από την πόρτα. Πήγα κι εγώ σπίτι μου. Κατά τις 10 με παίρνει τηλέφωνο η μητέρα του, «Πού είναι ο Μάνος, Νάνα;», με ρωτάει. «Τον άφησα μπροστά στην πόρτα», της λέω. Τρελάθηκε η γυναίκα, αφήνει το τηλέφωνο, πάει στην εξώπορτα και βλέπει το Μάνο απ’ έξω, καθισμένο στα σκαλιά, να κοιμάται. Έπαιρνε χάπια για να μένει ξύπνιος και έπινε τόσους καφέδες, όταν είχε πολύ δουλειά, που κατέρρευσε εκεί στα σκαλιά. Για μένα, ο Μάνος και ο Ν. Γκάτσος, που αλληλοσυμπληρώνονταν τέλεια, ήταν το μεγαλύτερο σχολείο. Με τις αλήθειες που έμαθα κοντά τους πορεύομαι ακόμα».

Νίκος Γκάτσος – Μάνος Χατζιδάκις

Συνεργάτες και φίλοι όλα τα χρόνια της ζωής τους.  Ο Ν. Γκάτσος είναι ένας μεγάλος δάσκαλος! γράφει ο Μάνος Χατζιδάκις. Μου έδωσε πολλά μαθήματα Περί αρχαίας τραγωδίας με αφορμή τη μουσική μου στην «Ορέστεια» το 1950:
- Έγραψες πολύ καλή μουσική για τον Ευριπίδη.
- Μα του απαντώ, η «Ορέστεια» είναι του Αισχύλου.
-Αυτό να το σκεφτείς εσύ, μου λέει. (Και το σκέφτηκα!). Περί αλαζονείας, το 1954, μετά την πρώτη του «Ονείρου Καλοκαιρινής Νυκτός»:
- Μην ξανακάνεις τέτοιες ανοησίες! Περί ήθους,  το 1960:
- Μη λογοδοτείς στην εξουσία. Θα χάσεις το ταλέντο σου. Μόνο αγνοώντας την θα έχεις τη δύναμη να είσαι ισχυρός χωρίς αυτήν και με δικό σου πρόσωπο. Το ανθρώπινο...
Ο Ν. Γκάτσος έγινε φίλος μου το 1943 και κατά πως φαίνεται θα είναι ως το τέλος.                            

Άλλες δημιουργίες του Μάνου Χατζιδάκι

Όλα αυτά τα χρόνια ο Χατζιδάκις εκτός από μεγάλα έργα – συλλογές, δημιουργεί ελεύθερα, διάφορα τραγούδια  σε στίχους γνωστών συνεργατών του, όπως Μιχάλης Κακογιάννης, Αλέκος Σακελλάριος, Βαγγέλης Γκούφας, Νίκος Γκάτσος. Ποιος δε θυμάται τον «Κυρ Αντώνη», το «Είμαι άντρας», «Είμαι αητός χωρίς φτερά», «Στο Λαύριο γίνεται χορός», «Έγινε παρεξήγηση», «Κουρασμένο παληκάρι», κ.α.
Από τη δεκαετία του’50 η γνωριμία του Χατζιδάκι με το ευρύ κοινό γίνεται μέσω του Ελληνικού κινηματογράφου. Ο ίδιος δεν ενθουσιαζόταν με την εμπορική επιτυχία αυτής της μερίδας των τραγουδιών του, παρότι ακόμα και σ’ αυτά διακρίνει κανείς το ταλέντο, τη λεπτότητα και το προσωπικό ύφος του συνθέτη. Παρά την πανελλήνια αποδοχή τους, ο ίδιος το υπογράφει έτσι: Ο Ελληνικός κινηματογράφος στάθηκε αφορμή να κερδίζω τα προς το ζην, σχετικά αξιοπρεπώς, γράφοντας μουσική υπόκρουση. Τα τραγούδια των ταινιών τα έγραφαν οι γνωστοί εκείνου του καιρού «Τραγουδοποιοί» της μόδας και της επιτυχίας, όμως αργούσαν να φέρουν τα τραγούδια τους. Η καθυστέρηση μας μελαγχολούσε τόσο τον Φίνο όσο κι εμένα. Μια μέρα του είπα να τα γράψω εγώ για να μην περιμένουμε. Δοκιμάσαμε με το «Γαρύφαλλο στ’ αυτί». Η επιτυχία του μου φόρτωσε και την υποχρέωση να γράφω τραγούδια για τον Ελληνικό κινηματογράφο.
Τι να πρωτοθυμηθούμε απ’ όλα εκείνα τα τραγούδια που έγιναν ένα με τις παλιές, καλές ελληνικές ταινίες και με τα οποία μεγάλωσαν οι γονείς μας, εμείς και τα παιδιά μας;! Ο Βασίλης Αυλωνίτης τραγουδά το «Αχ βρε παλιομισοφόρια» και «Φούστα κλαρωτή» στο «Λατέρνα–Φτώχεια και Γαρύφαλλο», η Αλίκη Βουγιουκλάκη το «Έχω ένα μυστικό» στο «Ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο», «Ο γλάρος» στο «Η Αλίκη στο ναυτικό», τα «Μεσ’ αυτή τη βάρκα» και «Θάλασσα πλατιά» στην ταινία  «Η Μανταλένα».
Στην ταινία «Αλλοίμονο στους νέους» ο Δημήτρης. Χορν και η Μάρω Κοντού ερμηνεύουν το μοναδικό «Πες μου μια λέξη», στο «Νησί των γενναίων» το «Μην τον ρωτάς τον Ουρανό» με τη Μαίρη Λω και το «Κάπου υπάρχει η αγάπη μου» με τη Γιοβάνα.    
1966  Καπετάν Μιχάλης. Πρόκειται για μουσική και τραγούδια για το ομώνυμο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη με στίχους βγαλμένους από φράσεις του βιβλίου. Κανένα ρόλο δεν έπαιξε η Κρητική καταγωγή του συνθέτη για τη σύνθεση αυτού του έργου. Ο ίδιος σε συνέντευξή του δήλωσε ότι γοητεύτηκε από την ιδέα να μελοποιήσει φράσεις από μυθιστόρημα και ότι τα κίνητρά του είναι πάντα καλλιτεχνικά και όχι αισθηματικά. Ξεχωρίζει το τραγούδι «Δεν ήταν νησί».

Σημαντικά έργα του Χατζιδάκι στη Νέα Υόρκη

Στις 21 Απριλίου του 1967 ξεσπάει στην Ελλάδα η χούντα των συνταγματαρχών και ακολουθεί η μαύρη 7ετία της δικτατορίας. Οι κακές σχέσεις του Χατζιδάκι με το καθεστώς τον υποχρεώνουν να οδηγηθεί στη Νέα Υόρκη, όπου και μένει μέχρι το 1972. Το διάστημα αυτό έγραψε μερικά από τα σημαντικότερα έργα του:
  1. Ρυθμολογία  (Έργο για πιάνο)
  2. Το χαμόγελο της Τζοκόντας (απ’ όπου θα ακούσουμε το κονσέρτο)
  3. Ο Μεγάλος Ερωτικός: μελοποιημένα αποσπάσματα από ποιητικές συλλογές περί έρωτος των Ελύτη, Καβάφη, Σαραντάρη, Σολωμού, Σαπφούς, Ευριπίδη, Σολομώντος, Γκάτσου. «Τα λιανοτράγουδα» και το «Με την πρώτη σταγόνα της βροχής» ερμηνεύουν η Φλέρυ Νταντωνάκη και ο Δημήτρης Ψαριανός.
  4. Η εποχή της Μελισσάνθης, ένα μουσικό χρονικό της ζωής του που διαδραματίζεται λίγο μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Ένα έργο, που αργότερα το 1980 ηχογράφησε  με τη Μαρία Φαραντούρη και αφιέρωσε στη μητέρα του, στην ιερή της μνήμη.
  5. Reflections, σε ελληνική απόδοση. Αντικατοπτρισμοί. Η επανεκτέλεση και επανέκδοση αυτού του δίσκου στην Ελλάδα έγινε με ερμηνεύτρια την Αλίκη Καγιαλόγλου και σε θαυμάσιους στίχους του Ν. Γκάτσου. Χαρακτηριστικά τραγούδια αυτού του δίσκου «Η Περιμπανού» και «Ο Κεμάλ».

Άλλα έργα του Μάνου Χατζιδάκι

  • Το 1971 εκδίδεται μια συλλογή με τραγούδια του Χατζιδάκι σε ενορχήστρωση του Γιάννη Σπανού και στίχους του Ν. Γκάτσου με τίτλο «Της Γης το χρυσάφι». Εδώ συνεργάζεται για πρώτη φορά με δύο νέους αλλά ξεχωριστούς για την ποιότητα τους ερμηνευτές το Μανώλη Μητσιά και τη Δήμητρα Γαλάνη. Διαχρονικά τραγούδια αγαπημένα το «Χασάπικο Σαράντα», «Άσπρο Περιστέρι» και «Μικρή Ραλλού».
  • Το 1972 εκδίδεται ο «Σκληρός Απρίλης του ’45»  μια μεταγραφή αυθεντικών παλιών ρεμπέτικων που η ενορχήστρωσή τους αυτή τη φορά τα μεταμορφώνει σε εφιαλτικό ρέκβιεμ. Εδώ ο Χατζιδάκις ντύνει μουσικά το όραμα που χάθηκε, για τη γενιά που πέρασε τις δύσκολες μέρες του ’45 με τον εμφύλιο και του ’72 με τη δικτατορία.
  • 1973-74 Μουσικό θέατρο καφενείο «Πολύτροπον»
  • Λειτούργησε στο χώρο της Πλάκας, όπου πιο παλιά, στα χρόνια του νέου κύματος, στεγαζόταν η μπουάτ Αυλαία. Εκεί ο Χατζιδάκις παρουσίαζε αποσπάσματα από το Μεγάλο Ερωτικό, τη Μυθολογία, τα Πέριξ (λαϊκά ρεμπέτικα με τη Βούλα Σαββίδη) και ολόκληρο τον κύκλο «Ο Οδοιπόρος, το μεθυσμένο κορίτσι και ο Αλκιβιάδης» καθώς και «τις 2 μπαλάντες για τον Ευτύχιο» μιας και τις ερμήνευσε ο ίδιος ο Ευτύχιος Χατζηττοφής (μια από αυτές το Στου Διγενή τα Κάστρα)
  • 1975 Αθανασία σε στίχους του Ν. Γκάτσου.
  • Η δεύτερη συνεργασία με το Μανώλη Μητσιά και τη Δήμητρα Γαλάνη που ερμηνεύουν τον «Τσάμικο», το «Μια φορά κι έναν καιρό»,  το «Γιάννης ο Φονιάς» και η ανεπανάληπτη «Μπαλάντα του Ούρι».
  • 1976 Μουσική της φθοράς και του ονείρου για σιωπηλούς Έλληνες – δείγμα σπάνιο, όπως σημειώνει ο συνθέτης – είναι τα «Παράλογα». Οι στίχοι για ακόμη μια φορά του Ν. Γκάτσου και η μουσική του Χατζιδάκι που συνεχίζει να εκπλήσσει – και δεν οδηγείται στην αυτοεπανάληψη και το μαρασμό – απαιτούν σ’ αυτή την εργασία, θρησκευτική προσήλωση καθ’ ότι υμνούν την ένδοξη διαδρομή της Ελλάδας που αντιστέκεται. Προσωπική ανακάλυψη του συνθέτη ο πρωτοεμφανιζόμενος Ηλία Λιούγκος, ένα από τα πνευματικά παιδιά του Χατζιδάκι. Ερμηνεύουν ακόμη: η Μαρία Φαραντούρη, ο Διονύσης Σαββόπουλος, Μελίνα Μερκούρη και ο Μίκης Θεοδωράκης. «Ο εφιάλτης της Περσεφόνης» είναι μια φωνή διαμαρτυρίας και οργής για την αδιαφορία και την εγκατάλειψη του ιστορικού τόπου μας, του περιβάλλοντός μας.
  • 1980 Ολοκληρώνεται η ενδιαφέρουσα συλλογή τραγουδιών με τίτλο: «Για την Ελένη» που αποτελείται από 12 τραγούδια σε στίχους του Μιχάλη Μπουρμπούλη. Σε γενικότερο ύφος λαϊκό και περιδιαβαίνοντας σε ανάλογους απλούς λαϊκούς  δρόμους, το μπουζούκι αναδεικνύεται συνοδεύοντας τη σπάνια τραγικότητα της φωνής της Μαρίας Δημητριάδη.
  • 1982 «Πορνογραφία», μια μάλλον αποτυχημένη αλλά τολμηρή απόπειρα του Χατζιδάκι να δοκιμαστεί στο θεατρικό λόγο. Από εδώ πάντως ξεπηδούν ωραίες μελωδίες, όπως «Η μπαλάντα των αισθήσεων και παραισθήσεων» και «Η Παναγία των Πατησίων». Στον πρωταγωνιστικό ρόλο η Σαπφώ Νοταρά. Παίζουν ακόμη ο Κων/νος Τζούμας, Μαρία Κανελοπούλου, Γιώργος Πολυχρονίδης, Χάρης Ρώμας κ.α. Τα τραγούδια ερμηνεύουν ο Βασίλης Λέκκας, Μαίρη Δαλάκου, Ηλίας Λιαίγκος, Μαριάννα Ευστρατίου.
Ο Συνθέτης υπογράφει:
Πορνογραφία, είναι το υποκατάστατο της ερωτικής επικοινωνίας.
Πορνογραφία, είναι η πλαστογράφηση των λέξεων και των εννοιών.
Πορνογραφία, πραγματοποιούν τα κόμματα και οι πολιτικές παρατάξεις. 
Πορνογραφία, είναι η δολοφονία του αθώου βλέμματος χιλιάδων παιδιών.
Πορνογραφία, είναι ένα παιχνίδι ευαισθησίας με λέξεις μουσική και χρώματα που περιγράφει ένα κόσμο απίθανο από τη Mairilyn Monroe ως τη Roza Luxembourg, από το Sherlock Holmes ως την Σαπφέτ Νοτερό, που περιβάλει εσάς και εμένα. τους φίλους μας και τους εχθρούς μας, τον παραλογισμό μας και τη σοφία μας.
Ο Μάνος Χατζιδάκις προσωπικότητα πολύπλευρη και πολυδιάστατη, εκτός από τη μουσική του είχε και πολλές άλλες καλλιτεχνικές δραστηριότητες.
Δημοσίευσε 4 βιβλία με ποιήματα και σχόλια: Μυθολογία, Μυθολογία δεύτερη, τα Σχόλια του Τρίτου, Ο καθρέφτης και το μαχαίρι.
Ίδρυσε και διηύθυνε την Ορχήστρα Αθηνών (1963 - 66) τις Μουσικές γιορτές στα Ανώγεια Κρήτης (με θέμα την παράδοση), το Μουσικό Αύγουστο στο Ηράκλειο Κρήτης (Φεστιβάλ 1980 – 81), τους Μουσικούς διαγωνισμούς στην Κέρκυρα (1981 – 82), το μουσικό περιοδικό «Τέταρτο» (1984), τη δισκογραφική εταιρία «Σείριο» (1985), την Ορχήστρα Χρωμάτων (1989 - 93). Τέλος διηύθυνε το τρίτο πρόγραμμα του κρατικού ραδιοφώνου (1981), το οποίο μετέτρεψε σε σημείο αναφοράς, ποιότητας και ιδεών. Εκεί γεννήθηκε η Λιλιπούπολη από μια ομάδα νέων ανθρώπων, ο Νίκος Κηπουργός, Σαββίνα Γιαννάτου κ.α. 

Ο τραγουδιστής Σπύρος Σακκάς για το Μάνο και τη μητέρα του

Για τη μητέρα του Μάνου θυμάται χαρακτηριστικά ο τραγουδιστής Σπύρος Σακκάς: Ήταν το 1970-72 στη Νέα Υόρκη. Προβάραμε και ηχογραφούσαμε την «Αμοργό». Μια μέρα, έπειτα από εντατικές πρόβες, ο Μάνος θέλησε να πάμε με τη μάνα του για φαγητό. Βρεθήκαμε λοιπόν σε ένα καλό ιταλιάνικο εστιατόριο κι ο Μάνος μας λέει: «Είμαι πολύ ευχαριστημένος, πάμε καλά, όμως το πιο σημαντικό, αυτό που δίνει στα πράγματα τη διάστασή τους, είναι ότι βγάζω τη μανούλα μου έξω» και σκύβει, πιάνει το χέρι της και το φιλάει. Αυτό ήταν η δύναμή του. Το παιδί που έκρυβε μέσα του. Δε θα ξεχάσω ποτέ τα μάτια του, τόσο υγρά, που εκφράζανε ακριβώς αυτή την παιδική ψυχή. Είχε το βλέμμα της καλοπροαίρετης δημιουργικής απορίας και αυτό ήταν και είναι οδηγός μου. Το ίδιο χαρακτηριστικό είχαν κι οι άνθρωποι που συναναστρεφόταν, έτσι ήταν ο Γκάτσος, έτσι και ο Κουν. Δεν είχε συμπλέγματα που να τον κατευθύνουν ο Μάνος, δεν είχε ζηλέψει ποτέ κανέναν. Είχε σκέψη κοφτερή και μεγαλοσύνη απέναντι στα πράγματα. Το πρώτο έργο που έβαλε στο πρόγραμμά του στην Αμερική ήταν ο «Επιτάφιος» του Μίκη Θεοδωράκη. Εκτιμούσε αφάνταστα τη δουλειά του Μίκη. Κι όταν θύμωνε μαζί του, αισθανόσουν ότι θυμώνει προς κάποιον που αγαπάει. Του τηλεφωνούσε μετά ο Μίκης και πάλι γελούσαν. Τον έζησα 36 χρόνια το Μάνο, κάναμε μαζί πάνω από 250 συναυλίες, εκείνος στο πιάνο, εγώ να τραγουδάω. Παίζαμε και ξαναπαίζαμε τα τραγούδια του κι όμως επέμενε να κάνει 10 μέρες πρόβα για κάθε συναυλία. Ήθελε διαρκώς να ψάχνει τη μουσική του. Όταν αναζητώ το πρόσωπο, τη μορφή του αρχαίου πολίτη, το μυαλό μου πάει στο Μάνο.

Τι λέει ο Λάκης Λαζόπουλος για το Μάνο Χατζιδάκι

Ο Λάκης Λαζόπουλος μοιράζεται μαζί μας στιγμές που έζησε κοντά στο Μάνο Χατζιδάκι. Ήταν διορατικός. Θυμάμαι τη συναυλία στο Λυκαβητό που είπε εκείνο το απίστευτο «Να φύγετε» στο κοινό. (Θέατρο Λυκαβητού 2/7/1986: ο Χατζιδάκις ανεβαίνει στη σκηνή, χειροκροτήματα, τα φλας αστράφτουν. Ζητάει ευγενικά από τους φωτογράφους να αποχωρήσουν για να ξεκινήσει. Μόλις όμως ξεκινάει να διευθύνει, επιστρέφουν. Τους το ξαναζητάει, αυτή τη φορά σε αυστηρό ύφος. Το ίδιο σκηνικό επαναλαμβάνεται μία, δύο, τρεις φορές ώσπου κάποια στιγμή ο Χατζιδάκις διακόπτει το τραγούδι στη μέση. Τότε το μισό κοινό αρχίζει να χειροκροτάει και το άλλο μισό να γιουχάρει. Ο Χατζιδάκις οργισμένος παίρνει το μικρόφωνο και λέει προς το κοινό: «Να φύγετε! να πάτε στα σπίτια σας!» Το «λαϊκό» κοινό φωνάζει «Είσαι φασίστας! Τα λεφτά μας πίσω». Ο Χατζιδάκις απαντά: «Δεν πρόκειται να σας ξαναδώ ποτέ στη ζωή μου!». Τελικά κάποιοι έφυγαν, οι περισσότεροι έμειναν και η συναυλία έγινε...
...Είχε δει τον τρόπο που θα παρακμάσει η κοινωνία και έβγαλε τον εαυτό του απ’ έξω. Είχε νοιώσει αυτό το «πλιάτσικο», το «γιούργια» που θα γινόταν στα ταμεία, στον πολιτισμό, παντού.
Ένα βράδυ τρώγαμε μετά από μία συναυλία του και μου είπε κάτι που γέλασα πάρα πολύ: «Πριν ξεκινήσω να διευθύνω την ορχήστρα αισθάνομαι 60 χρονών. Την ώρα που διευθύνω αισθάνομαι ότι είμαι 20 και είναι πάρα πολύ ωραίο συναίσθημα αυτό. Μόλις τελειώσει η συναυλία αισθάνομαι 60+20=80».

Η Δήμητρα Γαλάνη για το Μάνο Χατζιδάκι

Η Δήμητρα Γαλάνη μοιράζεται μαζί μας κάποιες στιγμές με τον Ν. Χατζιδάκι: Θυμάμαι μικρά καθημερινά πράγματα, όπως αυτό που ήξεραν όλοι: Του άρεσε να κλέβει στο τάβλι, έκανε σαν μικρό παιδί κι ας γελούσαν όλοι μ’ αυτό. Η ζωή του και η σχέση του με τη μουσική ήταν όλα ένα παιχνίδι. Μπροστά στο καινούργιο τα μάτια του άνοιγαν σαν μικρού παιδιού. Γι’ αυτό θα είναι ο αιώνια έφηβος, που τον αντιλαμβάνονται σαν δικό τους άνθρωπο γενιές που δεν τον γνώρισαν. Για μένα ήταν και είναι ένα φωτεινό σημάδι. Τον συνάντησα για πρώτη φορά εν τη απουσία του. Έλειπε στην Αμερική όταν πρωτοηχογραφήσαμε το δίσκο της «Γης το χρυσάφι». Η πραγματική επαφή ήρθε όταν κάναμε την «Αθανασία». Περιμέναμε πώς και πώς τα απογεύματα για να βρεθούμε στις καθημερινές συναντήσεις του με τον Γκάτσο στου Φλόκα. Ήταν ένα ανοιχτό πανεπιστήμιο. Οι συζητήσεις ήταν από σοβαρές έως πολύ αστείες. Αυτό που μας λείπει σήμερα είναι ο αντίλογός του, ο αντικομφορμισμός του. Θυμάμαι πάντα μια κουβέντα του: «Το τέρας όταν πάψεις να το φοβάσαι και αισθανθείς ότι σου είναι οικείο, τότε αρχίζεις και του μοιάζεις».
Όταν με φώναξε για την «Αθανασία» μου έπαιξε τα τραγούδια για πρώτη φορά στο σπίτι του και του είπα να τα ψάξουμε λίγο. «Όχι, θα πάμε στο στούντιο χωρίς πρόβα» επέμενε. Μου έδωσε μια κασέτα για να τα μάθω. Μπήκα στο στούντιο και τα τραγούδησα μόνο μια φορά. Δε με άφησε να τα επαναλάβω. «Αυτό θέλω, είπε». Είναι ενδεικτικό του ότι ένας μεγάλος δημιουργός ξέρει πάντα τι θέλει από τη στιγμή που το προτείνει. Πήρε το συναίσθημα που ήθελε. Ήξερε ακριβώς τις αναλογίες.

Απόγευμα 15 Ιουνίου 1994, ο Μάνος Χατζιδάκις «άρχισε το ταξίδι του στ’ άστρα»

Τελικά, πείτε μου, αν είναι δυνατόν με δυο λόγια, ποιος είστε κύριε Χατζιδάκι;
Ένας Ξανθιώτης με κρητική καταγωγή, που ζει στην Αθήνα από το 1931.
Πέραν αυτού;
Τίποτε άλλο.
Όλα αυτά, η παρουσία σας στην καλλιτεχνική ζωή του τόπου, οι επιτυχίες σας...
Δεν με απασχολούν. Σας δίνω το λόγο μου. Εμένα εκείνα που με απασχόλησαν είναι άλλα πράγματα, τα οποία τα πραγματοποίησα εν πολλοίς.
Δηλαδή;
Άσχετο.
Στην ιδιωτική σας ζωή;
Στην ιδιωτική μου ζωή
Στην τελείως ιδιωτική σας;
Στην εντελώς. Και γι’ αυτό θεωρώ τον εαυτό μου επιτυχή. Από κει και πέρα, η μουσική μου δραστηριότητα και η απήχηση της δουλειάς μου στον κόσμο ουδόλως με ενδιαφέρει.
Να το πιστέψω αυτό;
Τι φταίω εγώ αν δεν το πιστέψετε; Εγώ ενεργώ, βέβαια, βάση ορισμένων κανόνων που με χαρακτηρίζουν, δεν μπορώ για παράδειγμα να είμαι πρόχειρος στις εκδηλώσεις μου, αλλά πέραν αυτού, αδιαφορώ για την απήχηση που μπορεί να έχω. Εξίσου ενθουσιάζομαι με τριάντα ανθρώπους και εξίσου ενθουσιάζομαι με έναν άνθρωπο και εξίσου με χίλιους. Οι παραπάνω λιγάκι με ενοχλούν.
Λένε ότι μοιάζετε με παιδί;
Εγώ μιλάω σοβαρά. Τώρα αν οι άλλοι με παίρνουν σαν παιδί, δεν φταίω εγώ. Έτσι είμαι, όταν είμαι μόνος σπίτι μου.
Αισθάνεστε καθόλου παιδί ωστόσο;
Όσο μου επιτρέπει η ηλικία μου. Είμαι 63 ετών.
Κάνετε σκανταλιές;
Όσες μπορώ.
Σαν τι θα μπορούσατε να κάνετε;
Έκανα πολλές. Έγινα Διευθυντής της Κρατικής, έγινα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Λυρικής. Όλα αυτά ήταν σκανταλιές. Ενώ οι άλλοι τα έκαναν σοβαρά, εγώ τα ’κανα για παιχνίδι. Μόνο που δεν τους άφησα να με υποπτευθούν.
Σας αρέσει να τους τη φέρνετε έτσι, καμιά φορά;
Όχι, δεν έχω τέτοια πρόθεση. Εμένα με ενδιαφέρει να παίξω για να κοιμηθώ.
Να παίξετε για να κοιμηθείτε!
Ναι. Όπως κάνουν τα παιδιά, που παίζουν όλη τη μέρα, να ξοδέψουν τη ζωτικότητά τους και το βράδυ πάνε να κοιμηθούν.
Σας ανέχονται όμως.
Δεν ξέρω αν με ανέχονται, εγώ πάντως κάνω εκείνο που θέλω. 
Σας ανέχονται.
Ε, τότε, δόξα τω Θεώ, θα πει ότι εργάστηκα καλά μέχρι τώρα, ώστε να ανέχονται τις σκανταλιές μου. 
Είναι φανερό ότι είστε ευχαριστημένος.
Από τη ζωή μου; Καλά πήγε.
Και πάει
Και πάει.
(Όλγα Μπακομάρου, Περιοδικό «Γυναίκα», 1988)