Open menu
Η μουσική ζωή στη Σμύρνη στις αρχές στου 20ου αιώνα.

Το παρόν κείμενο αποτελεί μέρος της οπτικοακουστικής παρουσίασης με  τίτλο «Η μουσική ζωή της Σμύρνης στις αρχές του 20ου αιώνα» που περιλάμβανε επίσης προβολή εικόνων και κειμένων, ζωντανή εκτέλεση μουσικών κομματιών από καθηγητές του Μουσικού Πειραματικού σχολείου Αγρινίου και πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα Μαρία Κάλλας του σχολείου στις 21/4 2010.
Το να μιλήσει κανείς για ένα τόσο πλατύ και ευρύ θέμα όπως είναι η μουσική ζωή που λαμβάνει χώρα στην περιοχή της Σμύρνης των αρχών του 20ου αιώνα προσπαθώντας να συμπεριλάβει το σύνολο των εκφάνσεων και πτυχών που τη διαμορφώνουν, μέσα σε μόλις μία ώρα, είναι δύσκολο καθώς και επικίνδυνο ως προς το να αδικήσει κάποιες πτυχές αυτής. Παρ’ όλα αυτά στη σημερινή μας παρουσίαση θα επιχειρήσουμε να σκιαγραφήσουμε με συνοπτικό και κατανοητό τρόπο το παραπάνω θέμα.
Έχουν λεχθεί και γραφτεί πολλά ως τώρα για μια σειρά επιμέρους θεμάτων που όλα μαζί συναποτελούν αυτό που ευρύτερα ονομάζουμε μουσική ζωή της Σμύρνης. Τα σημαντικότερα από αυτά αφορούν: α) στο μουσικό ρεπερτόριο εκείνης της εποχής που δημιουργείται στην Σμύρνη, β) στους δημιουργούς και εκτελεστές αυτού του ρεπερτορίου, γ) στους τύπους των ορχηστρών που το εκτελούν, δ) στη δισκογραφική του αποτύπωση και παραγωγή και ε) στη μουσική διασκέδαση. Με αυτά τα ζητήματα θα ασχοληθούμε και εμείς. Οφείλουμε εδώ να πούμε ότι τα βιβλία που περιλαμβάνουν σχετικά πλήρως τα παραπάνω ζητήματα είναι μόλις δύο. Το πρώτο είναι του Παναγιώτη Κουνάδη με τίτλο Εις ανάμνησην  στιγμών ελκυστικών και το δεύτερο του Αριστομένη Καλυβιώτη Σμύρνη, η μουσική ζωή 1900 – 1922. (Πραγματικά πολύτιμα βιβλία για όποιον ενδιαφέρεται για την ελληνική αστική λαϊκή μουσική και απαραίτητα βιβλία για την μουσική βιβλιοθήκη κάθε Μουσικού Σχολείου.)

Α) Μουσικό ρεπερτόριο.
Λέγοντας μουσικό ρεπερτόριο της Σμύρνης δεν εννοούμε το ρεπερτόριο που περνάει στη δισκογραφία της εποχής, κάτι για το οποίο άλλωστε θα μιλήσουμε παρακάτω. Ούτε πάλι, μόνο τα ελληνικά τραγούδια (παραδοσιακά και μη) που δημιουργούνται και εκτελούνται. Πρόκειται για ένα ρεπερτόριο τραγουδιών και ορχηστρικών σκοπών πολύ σύνθετο και πληθωρικό. Ας δούμε αρχικά ποιοι είναι οι παράγοντες που το διαμορφώνουν.
Η Σμύρνη λόγω της γεωγραφικής της θέσης και του λιμανιού της αποτελούσε πάντα έναν ιδανικό τόπο διέλευσης του εμπορίου από ανατολή σε δύση και αντίστροφα. Έτσι, θα μετατραπεί με τον καιρό σε ένα από τα ισχυρά εμπορικά κέντρα της μεσογείου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, πέρα από την  οικονομική ανάπτυξη και τη μεγάλη συσσώρευση αγαθών από ανατολή και δύση, να περιέχει η πόλη στους κόλπους της ανθρώπους διαφορετικών εθνοτήτων και πολιτισμικών παραδόσεων. Η Σμύρνη θα αποτελέσει ένα χωνευτήρι λαών και πολιτισμών όπου όμως ο κάθε ένας θα διατηρήσει τα στοιχεία της πολιτισμικής του ταυτότητας και ταυτόχρονα θα συμμετάσχει στη διαμόρφωση του πολυπολιτισμικού της προφίλ. Έχουμε λοιπόν έλληνες, φράγκους  (γάλλοι, ιταλοί και άλλοι ευρωπαίοι), τούρκους, αρμένιους, εβραίους, τσιγγάνους που διαμένουν στη Σμύρνη και στις αντίστοιχες συνοικίες της διατηρώντας τις παραδόσεις τους και τις συνήθειές τους. Οι έλληνες οι οποίοι αποτελούν τη μεγαλύτερη και μακροβιότερη εθνοπολιτισμική ομάδα της Σμύρνης διαπρέπουν στο εμπόριο, στις τέχνες και στα γράμματα διατηρώντας στενή επαφή με τη μητροπολιτική Ελλάδα.
Ένας άλλος παράγοντας που παίζει τον δικό του καθοριστικό ρόλο στη μουσική δημιουργία και στο ρεπερτόριο είναι η κοινωνική διαστρωμάτωση της πόλης. Η έντονη μουσική ανάπτυξη δεν παύει να χρωματίζεται ταξικά με αποτέλεσμα να εντείνεται η ανάγκη δημιουργίας του σύνθετου αυτού ρεπερτόριου όπως είπαμε παραπάνω. Έτσι, ενώ οι αστικές οικογένειες των φράγκων προξένων και μεγαλεμπόρων διασκεδάζουν με οπερέτες, ευρωπαϊκούς χορούς και ελαφρά δυτικότροπα τραγούδια, οι φτωχότερες τάξεις προτιμούν τα ταβερνεία και τα καφέ αμάν του αμανέ και των λαϊκών τραγουδιών της εποχής τα οποία εντάσσονται ευρύτερα στην ανατολική μουσική παράδοση. Έχουμε όμως και ένα ευρύ φάσμα μεσοαστών (καταστηματάρχες, έμποροι, υπάλληλοι) το οποίο γεφυρώνει τα δύο άκρα και κινείται ευέλικτα μεταξύ των μουσικών ειδών.
Συνοψίζοντας, οι βασικοί παράγοντες διαμόρφωσης του ιδιόμορφου ρεπερτορίου που φτάνει να ακούγεται και να εκτελείται στη Σμύρνη των αρχών του 20ου αιώνα είναι σε γενικές γραμμές α) η έντονη εμπορική της ανάπτυξη β) η επακόλουθη συσσώρευση διαφόρων εθνοπολιτισμικών ομάδων και γ) η κοινωνική – ταξική της διαστρωμάτωση.
Η συνεύρεση των παραπάνω εθνοτήτων είχε ως αποτέλεσμα την αμφίπλευρη πολιτισμική όσμωση η οποία οδήγησε σε πολλών ειδών επιρροές και ενσωματώσεις κάτι που συνέβη και στη μουσική. Άλλοτε σε επίπεδο οργάνων και άλλοτε σε επίπεδο μελωδικό έχουμε δάνεια τα οποία οδηγούν στη διαμόρφωση ενός γενικού σμυρναίικου ύφους. Έτσι, όργανα της ευρωπαϊκής μουσικής παράδοσης όπως το βιολί, το τσέλο και το μαντολίνο θα βρεθούν να εκτελούν αστικά – λαϊκά τραγούδια που συγγενέυουν με την ανατολική παράδοση. Ταυτόχρονα το ίδιο το μουσικό συντακτικό των τραγουδιών και των οργανικών σκοπών είναι τέτοιο που συνταιριάζει την ανατολή με τη δύση, όταν για παράδειγμα εναρμονίζεται από την κιθάρα ένας αμανές σε μακάμ νιαβέντ και νεβεσέρ. Επίσης πρέπει να προσθέσουμε πως πολλές φορές έχουμε εκτελέσεις τραγουδιών με κοινό μελωδικό υπόστρωμα και διαφορετική γλώσσα. Και αυτό το εντοπίζουμε όχι μόνο για τραγούδια της Μικράς Ασίας αλλά και όλης της ανατολικής μεσογείου. Χαρακτηριστικά είναι τα τραγούδια Σκέρτσο πεταχτό το οποίο υπάρχει και σε εβραϊκή εκδοχή και το Από ξένο τόπο που η μελωδία του είναι γνωστή σε όλη την ανατολική μεσόγειο. Διαπιστώνουμε πια πως οι παράγοντες που προαναφέραμε διαμορφώνουν και επαναδιαμορφώνουν το ρεπερτόριο το οποίο πια διαπερνάει και συνδέει τα εθνοπολιτισμικά και ταξικά σύνορα. Έτσι, ανοίγει ένα μεγάλο ζήτημα προς συζήτηση και προβληματισμό που είναι αυτό της πατρότητας των τραγουδιών της Σμύρνης και αν μπορούμε να την ορίσουμε με εθνικούς όρους.

Β) Μουσικοί – ερμηνευτές
Δυστυχώς δεν έχουμε πολλές πληροφορίες για τους μουσικούς που δραστηριοποιούνται στη Σμύρνη στις αρχές του 20ου αιώνα. Το σίγουρο είναι ότι έχουμε ένα μεγάλο αριθμό επαγγελματιών  μουσικών αν κρίνουμε από το πλήθος των ορχηστρικών σχημάτων, το αριθμό των ηχογραφήσεων σε Σμύρνη και Κωνσταντινούπολη και το έντονο εμπόριο μουσικών οργάνων το οποίο στοχεύει τόσο στους επαγγελματίες όσο και στους ερασιτέχνες και μαθητευόμενους μουσικούς. Γνωρίζουμε από πηγές πως η Σμύρνη κυριολεκτικά εξάγει μουσικούς για ανά διαστήματα δουλειά στην μητροπολιτική Ελλάδα και στα εκεί αντίστοιχα κέντρα διασκεδάσεως των αναπτυγμένων αστικών κέντρων (Αθήνα, Γιάννενα, Θεσσαλονίκη). Επίσης συγκροτήματα από τη Σμύρνη μεταβαίνουν για ηχογραφήσεις στην Κωνσταντινούπολη μετά από τη ζήτηση των ίδιων των δισκογραφικών εταιρειών.  Είναι εμφανές πως η πόλη της Σμύρνης έχει μία καθιερωμένη και αδιαμφισβήτητης αξίας μουσική φήμη. Οι γνωστότεροι ερμηνευτές είναι οι Γ. Τσανάκας, Λ. Μενεμενλής, Β. Σιδερής, Γ. Σαβαρής, Γ. Βιδάλης, Στ. Μπόγιας, κυρία Κούλα, κιορ Κατίνα.
Από τους σμυρνιούς πρόσφυγες μουσικούς που συνέχισαν την καλλιτεχνική τους δραστηριότητα στην Ελλάδα, παίζοντας καθοριστικό ρόλο στην πορεία της ελληνικής δισκογραφίας και στο ευρύτερο αστικό λαϊκό τραγούδι του μεσοπολέμου γνωρίζουμε τους Βαγγέλη Παπάζογλου, Γιάννη Δραγάτση, Σπύρο Περιστέρη και Παναγιώτη Τούντα. Πρέπει να προσθέσουμε ότι ένας από τους γνωστότερους εκτελεστές του βιολιού που δραστηριοποιήθηκαν στην Σμύρνη στις αρχές του 20ου αιώνα υπήρξε ο ρουμανικής καταγωγής Αλέξης Βλάχος ή Γιοβανίκας.

Γ) Ορχήστρες.
Η μουσική πολυμορφία της Σμύρνης αντικατοπτρίζεται σε μία αντίστοιχη ορχηστρική πολυμορφία. Έτσι, τα κλασικά ευρωπαϊκά όργανα πιάνο, βιολί, βιολοντσέλο, φλάουτο καλούνται να εκτελέσουν το κυρίως ευρωπαϊκό ρεπερτόριο, δηλαδή, τους ευρωπαϊκούς χορούς, τις οπερέτες, τα αποσπάσματα από όπερες και τα ελαφρά δυτικότροπα τραγούδια της εποχής στις διάφορες χοροεσπερίδες, στο θέατρο και στις ιδιωτικές διασκεδάσεις.
Ο δημοφιλέστερος τύπος ορχήστρας που συναντάμε στη Σμύρνη είναι αυτός της Εστουδιαντίνας.  Πρόκειται για ολιγομελής ορχήστρες που διαφέρουν μεταξύ τους τόσο ως προς τη σύνθεση οργάνων και τον αριθμό των μελών όσο και ως προς τον βασικό πυρήνα και ύφος του ρεπερτορίου τους. Έτσι, έχουμε τις εστουδιαντίνες που ακολουθούν ένα περισσότερο ευρωπαϊκό ρεπερτόριο με όργανα όπως το βιολί, το βιολοντσέλο, το κοντραμπάσο, το φλάουτο, το κλαρινέτο και την γκραν κάσα καθώς και τη συμμετοχή χάλκινων πνευστών ή επίσης εστουδιαντίνες με το μαντολίνο να έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο και με συμμετοχή των οργάνων της οικογένειάς του (μαντόλα, μαντολοτσέλο) και από την άλλη εστουδιαντίνες που ακολουθούν περισσότερο το αστικολαϊκό ύφος με όργανα όπως το βιολί, το τσέλο, το κανονάκι, την κιθάρα και το μαντολίνο. Πρέπει να προσθέσουμε ότι δεν υπάρχουν αυστηρά και καθορισμένα όρια ως προς τη σύνθεση των οργάνων και το ρεπερτόριο μεταξύ των εστουδιαντίνων. Αυτό το στοιχείο της ρευστότητας χαρακτηρίζει όπως είπαμε παραπάνω το σύνολο της τη μουσική της Σμύρνης.
Η ορχήστρα του καφέ αμάν αποτελούνταν κυρίως από όργανα της ευρύτερης ανατολικής μουσικής παράδοσης όπως το κανονάκι, το ούτι, το σαντούρι, το κλαρίνο, το τουμπερλέκι και άλλα κρουστά και επίσης το βιολί. Τα ίδια όργανα συμμετέχουν σε όλων των ειδών τις λαϊκές διασκεδάσεις (γλέντια στα ταβερνεία, γάμους, πανηγύρια).
Όπως σε κάθε αστικοποιημένη πόλη με παρουσία στρατιωτικών σωμάτων έτσι και στη Σμύρνη δεν λείπει η φιλαρμονική ορχήστρα – μπάντα για εκτέλεση στρατιωτικών εμβατηρίων με συμμετοχή σε πληθώρα δημοσίων εκδηλώσεων. Γενικότερα πάντως σε αυτές τις πόλεις κάθε  φιλαρμονική λειτουργεί ως μουσικό εκπαιδευτήριο με τη συμμετοχή πολλών νεαρών μαθητών που προέρχονται από οικογένειες της μεσοαστής και αστικής τάξης ενώ από την άλλη συμβολίζει σε γενικές γραμμές τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό του πολιτισμικού προφίλ της πόλης το οποίο διαχειρίζεται η άρχουσα τάξη.
Κάτι αντίστοιχο με τη φιλαρμονική συμβαίνει και με τη Μαντολινάτα η οποία ήταν μία πολυάριθμη ορχήστρα μαντολίνων και ταυτόχρονα λειτουργούσε ως εκπαιδευτήριο πέρα από τα υπόλοιπα ωδεία κάθε πόλης. Στη Σμύρνη τώρα, η παρουσία και ζήτηση του μαντολίνου είναι ιδιαίτερα έντονη και αυτό το πιστοποιεί το μεγάλο εμπόριο αυτού του οργάνου (έχουμε κυρίως εισαγωγή από την Ιταλία αλλά και εγχώρια κατασκευή)  και η συμμετοχή του στις εστουδιαντίνες. Παρ’ όλα αυτά δεν είμαστε σίγουροι για την ύπαρξη μιας θεσμοθετημένης μαντολινάτας όπως την περιγράψαμε.

Δ) Δισκογραφία
Από τις αρχές του 20ου αιώνα αρχίζει οργανωμένα να συγκροτείται σε Ευρώπη και Αμερική η δισκογραφία της μουσικής με τη δημιουργία μιας σειράς δισκογραφικών εταιρειών που θα κυριαρχήσουν με τα χρόνια στην παγκόσμια δισκογραφική βιομηχανία. Όπου υπάρχει έντονη μουσική κίνηση και δημιουργία όπως στα μεγάλα αστικά κέντρα υπάρχει και ζήτηση της μουσικής. Οι δισκογραφικές εταιρείες αυτή τη ζήτηση θα την εκμεταλλευτούν για να δημιουργήσουν την ζήτηση των δίσκων. Έτσι, πολλές από αυτές τις εταιρείες θα αρχίσουν να στέλνουν ανά διαστήματα συνεργεία ηχογράφησης στη Σμύρνη ηχογραφώντας δημοφιλή τραγούδια τα οποία λίγο αργότερα θα επιστρέψουν αποτυπωμένα πρώτα σε κέρινους κυλίνδρους και μετά σε δίσκους βινυλίου. Οι ηχογραφήσεις πραγματοποιούνται κυρίως σε αίθουσες ξενοδοχείων και σε διάφορα θέατρα με τη συμμετοχή των δημοφιλέστερων εστουδιαντίνων ενώ ηχογραφούνται τραγούδια όλων των ειδών. Το μεγαλύτερο μέρος των ηχογραφήσεων στη Σμύρνη θα πραγματοποιηθεί μεταξύ 1905 και 1912. Οι δίσκοι που παράγονται πουλιούνται κυρίως σε μαγαζιά μουσικών ειδών (παρτιτούρες, χορδές, αναλόγια κ.α.) και οργάνων τα οποία επίσης διαθέτουν φωνόγραφους και γραμμόφωνα.

Ε) Μουσική διασκέδαση
Η έντονη μουσική ακμή της Σμύρνης και το σύνθετο και πολύμορφο συνολικό ρεπερτόριό της σκιαγραφεί μία αντίστοιχα έντονη και πολύμορφη μουσική διασκέδαση. Τα καφέ αμάν φιλοξενούν ντόπια αλλά και ξένα μουσικά συγκροτήματα εκτελώντας το ευρύτερο αστικολαϊκό και ανατολικό ρεπερτόριο και παρουσιάζοντας διάφορα μουσικοχορευτικά θεάματα. Αντίστοιχα, τα καφέ σαντάν εκτελούν ένα περισσότερο ευρωπαϊκό και ανάλαφρο πρόγραμμα με ευρωπαίους αλλά και ντόπιους μουσικούς. Ορχήστρες με βιολί, ούτι και κανονάκι παίζουν σε κάθε είδους λαϊκό κέντρο διασκέδασης όπως σε ταβέρνες, σε μπακαλοταβέρνες, καφενεία και μπυραρίες όπου συχνάζουν άνθρωποι περισσότερο των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων. Επίσης, δε λείπουν τα πανηγύρια, οι γιορτές και τα διάφορα γλέντια στις συνοικίες και στα περίχωρα της Σμύρνης στα οποία η μουσική και ο χορός παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο.
Οι λάτρεις τις ευρωπαϊκής μουσικής διασκεδάζουν στα θέατρα παρακολουθώντας διάφορους μελοδραματικούς θιάσους και καλλιτέχνες του λυρικού τραγουδιού που ερμηνεύουν οπερέτες και όπερες ενώ δε παύουν να διοργανώνονται χοροεσπερίδες και καλλιτεχνικές βραδιές σε αίθουσες και σε γνωστά κοσμικά σαλόνια της εποχής.

Επίλογος
Υπάρχουν ακόμα πάρα πολλές πληροφορίες που θα μπορούσαν να προστεθούν στα παραπάνω αλλά θα ήταν κουραστικό αν συνέβαινε αυτό στα πλαίσια μιας απλής παρουσίασης. Πόσο μάλλον όταν αυτή πραγματοποιείται για παιδιά λυκείου και γυμνασίου. Κλείνοντας, αυτό που θα ‘πρεπε να κρατήσουμε ως δίδαγμα από τα παραπάνω είναι το γεγονός ότι η Σμύρνη των αρχών του 20ου αιώνα μέσα από την πολυπολιτισμικότητα που τη διακρίνει γίνεται ένα ανυπέρβλητο παράδειγμα δημιουργικότητας όχι μόνο σε σχέση με τη μουσική αλλά και σε άλλες πτυχές καλλιτεχνικής δραστηριότητας. Με όχημα τη μουσική οι μουσικοί και οι λαοί της Σμύρνης θα έρθουν πολύ κοντά και θα δημιουργήσουν έναν μουσικό πολιτισμό του οποίου ο απόηχος φτάνει μέχρι της μέρες μας. Τώρα πια, στην σύγχρονη Ελλάδα, είμαστε έτοιμοι για να διδαχτούμε και να εμπνευστούμε από το παράδειγμα της Σμύρνης;

Συντελεστές παρουσίασης:
Κείμενο-προφορική παρουσίαση :Πέτρος Τσολάκης
Επιμέλεια οπτικού υλικού: Γιώργος Χατζητεκελής
Επιμέλεια ορχήστρας-ενορχήστρωση-επιλογή τραγουδιών: Ανέστης Μπαρμπάτσης-Πέτρος Τσολάκης
Έπαιξαν οι καθηγητές του Μουσικού Σχολείου Αγρινίου:
Ανέστης Μπαρμπάτσης, κιθάρα-τραγούδι
Γιώργος Χατζητεκελής, κανονάκι
Κώστας Τσιμιτάκης, βιολί
Βάσω Ζήσου, τσέλο
Τέτη Ζέρβα, μαντολίνο
Πέτρος Τσολάκης, λαούτο
Μάκης Φεγκούλης, τουμπερλέκι, μπεντίρ